Δευτέρα 15 Ιουνίου 2015

Μαθησιακές δυσκολίες: Κατηγορίες των μαθησιακών δυσκολιών, ο ρόλος των γονιών, των εκπαιδευτικών και η συνεργασία τους




                           
Της Ζαχαρής Στυλιανής, Ειδική Παιδαγωγό του Ψυχοπαιδαγωγικού Κέντρου «ΠΝΟΗ» Ζεφυρίου  του Κοινωνικού φορέα Κ.Σ.Δ.Ε.Ο «ΕΔΡΑ» σε συνεργασία με την Κοινωφελή επιχείρηση του Δήμου Φυλής




Οι μαθησιακές δυσκολίες απασχολούν ένα μεγάλο ποσοστό μαθητών, γονέων και εκπαιδευτικών. Τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον των εκπαιδευτικών εστιάζεται συχνά στις δυσκολίες μάθησης που αντιμετωπίζουν τα παιδιά στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Πολλές φορές αυτοί οι μαθητές χαρακτηρίζονται ως “τεμπέληδες” και ¨αδιάφοροι”. Οι γονείς είναι εκνευρισμένοι αφού τα παιδιά δεν δείχνουν σημαντικές προσπάθειες στις μαθητικές τους υποχρεώσεις και ασχολούνται συνεχώς με τον υπολογιστή ή τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Αυτή η αντίδρασή τους είναι συνέπεια της αδυναμίας που νιώθουν να ανταποκριθούν στις καθημερινές σχολικές τους εργασίες. Οι εργασίες αυτές και τα βιβλία απαιτούν προσοχή, κατανόηση και πολλές πληροφορίες που πρέπει να δοθούν με συγκεκριμένο τρόπο. Αντιθέτως τα ηλεκτρονικά παιχνίδια δεν έχουν πολλές απαιτήσεις και το σπουδαιότερο είναι ότι νιώθουν ικανοποίηση, αφού επιβραβεύονται μέσω των νικών τους, κάτι που δεν συμβαίνει με τα μαθήματά τους καθημερινά. Οι μαθησιακές δυσκολίες είναι μέρος της φύσης μας και αποτελούν τη μοναδικότητα με την οποία αντιλαμβανόμαστε και μαθαίνουμε τον κόσμο γύρω μας. Για αυτό το λόγο, τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με σχολικό ρατσισμό.




ΓΕΝΙΚΟΣ ΟΡΙΣΜΟΣ


Οι μαθησιακές δυσκολίες είναι ένας γενικός όρος που αναφέρεται σε μια ανομοιογενή ομάδα διαταραχών, οι οποίες εκδηλώνονται με σημαντικές δυσκολίες στην πρόσκτηση και χρήση ικανοτήτων ακρόασης, ανάγνωσης, ομιλίας, γραφής και μαθηματικών ικανοτήτων. Οι διαταραχές αυτές  είναι εγγενείς στο άτομο, αποδίδονται σε δυσλειτουργία του κεντρικού νευρικού συστήματος και μπορεί να υπάρχουν σε όλη τη διάρκεια της ζωής. Προβλήματα σε συμπεριφορές αυτοελέγχου, κοινωνικής αντίληψης και κοινωνικής αλληλεπίδρασης μπορεί να συνυπάρχουν με τις μαθησιακές δυσκολίες, αλλά δεν συνιστούν από μόνα τους μαθησιακές δυσκολίες. Αν και μπορεί να εμφανίζονται μαζί με άλλες καταστάσεις μειονεξίας,  π. χ αισθητηριακή βλάβη, νοητική καθυστέρηση, ή με εξωτερικές επιδράσεις, όπως πολιτισμικές διαφορές, δεν είναι το άμεσο αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων ή επιδράσεων. (Hammill ,1990). Αυτός ο ορισμός τονίζει ότι παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες αποτελούν μια ανομοιογενή ομάδα στην οποία συμπεριλαμβάνονται και παιδιά με ΔΕΠ-Υ, δυσλεξία αλλά και με ελάχιστη εγκεφαλική δυσλειτουργία.


ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
1.ΜΑΘΗΣΙΑΚΗ ΔΥΣΚΟΛΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ (ΔΥΣΑΝΑΓΝΩΣΙΑ)

Τα παιδιά με δυσκολίες στην ανάγνωση δυσκολεύονται να μάθουν το μηχανισμό ανάγνωσης και γραφής, επειδή δεν έχουν την ικανότητα να ερμηνεύσουν, να διαφοροποιήσουν, να ανακαλέσουν και να μετασχηματίσουν τις έννοιες με σύμβολα. Για αυτό το λόγο δυσκολεύονται να καταλάβουν και να συνδυάσουν τα γράμματα σε λέξεις ,τις παραποιούν, κάνουν αναστροφές σε συλλαβές ή γράμματα ,μπερδεύουν γράμματα ή λέξεις που μοιάζουν στη γραφή ή στην προφορά. Επίσης, πολλές φορές οι μαθητές, παραλείπουν τις συνδετικές λέξεις και τα σημεία στίξης. Δυσκολεύονται να διαβάσουν ακόμα και τα χειρόγραφα κείμενα ακόμα και αν είναι δικά τους. Το διάβασμά τους είναι μονότονο και άχρωμο και κάνει επαναλήψεις προσπαθώντας να μείνει στο θέμα. Διαβάζει πολύ αργά, με δισταγμό, συλλαβιστά και χωρίς ροή. Τις περισσότερες φορές χάνει τη σειρά του στο βιβλίο την ώρα που διαβάζει και δυσκολεύεται πάρα πολύ από το τέλος της γραμμής στην αρχή της επόμενης και διαβάζει χωρίς να σταματάει στην τελεία ή στο κόμμα, σαν να μην τα βλέπει. Άλλα συνηθισμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν είναι οι αντιστροφές λέξεων και γραμμάτων, η δυσκολία στη διάκριση λέξεων που μοιάζουν μεταξύ τους στο σχήμα, η φτωχή οπτική μνήμη, τα πολλά ορθογραφικά λάθη, η σύγχυση δεξιού-αριστερού. Στον βαρύτερο τύπο, εκτός από δυσκολίες στην ανάγνωση, εμφανίζονται και γλωσσολογικές διαταραχές, δηλαδή, μειωμένη κατανόηση της πολύπλοκης προφορικής ομιλία, φτωχή διάκριση ήχων της ομιλίας και καθυστέρηση στην απόκτηση του λόγου. Η ειδική μαθησιακή δυσκολία στην ανάγνωση συνοδεύεται συχνά και από την ειδική μαθησιακή δυσκολία στη γραπτή έκφραση-ορθογραφία ή και την ειδική μαθησιακή δυσκολία στα μαθηματικά-αριθμητική. Η συχνότητά της υπολογίζεται στο 4% των παιδιών σχολικής ηλικίας με το 60-80% να είναι αγόρια. Η διάγνωση δεν γίνεται πριν το τέλος της πρώτης τάξης και συχνά καθυστερεί, ιδίως όταν το παιδί έχει υψηλό IQ και λειτουργεί σε ικανοποιητικό επίπεδο. Η πρώιμη διάγνωση και παρέμβαση συνοδεύεται με καλή πρόγνωση(Φρανσίς,2003).

2. ΜΑΘΗΣΙΑΚΗ ΔΥΣΚΟΛΙΑ ΣΤΗ ΓΡΑΠΤΗ ΕΚΦΡΑΣΗ(ΔΥΣΓΡΑΦΙΑ)  ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ (ΔΥΣΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ)

ΔΥΣΓΡΑΦΙΑ:  Είναι η δυσκολία της γραπτής έκφρασης, στην οποία οι δεξιότητες της γραφής είναι πολύ χαμηλότερες από τις αναμενόμενες, γεγονός που επηρεάζει τη σχολική επίδοση των παιδιών αλλά και άλλες δραστηριότητες που απαιτούν σύνθεση γραπτών κειμένων. Για κάποιους μαθητές η γραφή παραμένει μια πολύ επίπονη και κοπιώδη δραστηριότητα καθώς αδυνατούν να παράγουν ευανάγνωστα κείμενα με σχετική ευκολία και ταχύτητα και με αυτό τον τρόπο δημιουργούνται πολλά προβλήματα. Ακόμη ,το δυσανάγνωστο κείμενο επιδρά στην αυτοεικόνα και στο αυτοσυναίσθημά του και δημιουργεί δυσκολίες στην ανάπτυξη των μεταγνωστικών δεξιοτήτων που σχετίζονται με την παραγωγή του γραπτού λόγου. οι μαθητές αναπτύσσουν μια αρνητική στάση απέναντι στο γραπτό λόγο και αυτό έχει πολλές συνέπειες στη σχολική τους επίδοση και την ακαδημαϊκή εξέλιξή τους, επηρεάζοντας αρνητικά την ποιότητα και την ποσότητα των κειμένων τους .Κατά τη διάρκεια της γραφής τους εκδηλώνουν συμπτώματα άγχους, ενώ μετά τη γραφή θέλουν να απαλλαγούν από το κείμενο όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Τα παιδιά με προβλήματα δυσγραφίας ,παρουσιάζουν συνήθως κείμενα δυσανάγνωστα ,παρά τον επαρκή χρόνο ,τα κατάλληλα μέσα και η προσοχή που τους δίνεται κατά τη διάρκεια της εργασίας. Στα κείμενά τους υπάρχουν πολλές μη ολοκληρωμένες λέξεις, προσθήκες ή παραλείψεις γραμμάτων, πολλές ανακολουθίες, διαφορετικός τρόπος γραφής(ορθά ή πλάγια),ανάμειξη κεφαλαίων με πεζά γράμματα ,ακανόνιστο μέγεθος των γραμμάτων και γενικότερα δυσανάγνωστη και προβληματική εικόνα γραπτού. Ακόμη, οι δυσκολίες γραπτής έκφρασης μπορεί να πάρουν τη μορφή ειδικών λαθών αναστροφών, σύγχυσης γραμμάτων, κακογραφία ,παραλείψεις, αντιμεταθέσεις και προσθέσεις γραμμάτων, παρατονισμοί κ.α. Αυτές οι δυσκολίες εμφανίζονται στα πρώτα στάδια της γραφής και μπορεί να αποτελέσουν σοβαρό πρόβλημα για το μαθητή, ιδίως όταν συνυπάρχουν με δυσκολίες ανάγνωσης.
ΔΥΣΟΡΘΟΓΡΑΦΙΑ: Η δυσορθογραφία είναι η δυσκολία της μάθησης της ορθογραφίας, που συναντάται σε παιδιά με φυσιολογική νοημοσύνη. Πολύ συχνά συνοδεύει την μαθησιακή δυσκολία της ανάγνωσης, αλλά μπορεί να υπάρχει και μόνη της χωρίς εμφανείς διαταραχές στην ανάγνωση. Οι μαθητές με δυσορθογραφία παρουσιάζουν σοβαρές ελλείψεις στη μορφολογική επίγνωση και συχνά κάνουν θεματικά και καταληκτικά λάθη(Mercer,1998).
Τα ορθογραφικά λάθη γίνονται αντιληπτά στη σχολική φοίτηση και μετά την απόκτηση της αναγνωστικής ικανότητας και συνεχίζονται στη δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση. Επίσης, παραλείπουν, προσθέτουν ή επαναλαμβάνουν λέξεις, συλλαβές και γράμματα, δεν χρησιμοποιούν τόνους ή τονίζουν λάθος, δεν κρατάνε αποστάσεις μεταξύ των λέξεων. Επιπρόσθετα, δεν τηρούν γραμματικούς κανόνες, κάνουν πολλά ορθογραφικά λάθη ακόμα και σε λέξεις που ήδη ξέρουν, κάνουν αντιστροφές και μεταθέσεις γραμμάτων μέσα στην ίδια λέξη
 π. χ  φρένω αντί φέρνω, λάθη στην αντιγραφή και τέλος κάνουν αρκετά συχνά καθρεφτική γραφή π. χ  3-ε,ρ-9,αν-να.

3. ΜΑΘΗΣΙΑΚΗ ΔΥΣΚΟΛΙΑ ΣΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ/ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΗ
(ΔΥΣΑΡΙΘΜΗΣΙΑ)
Στην ειδική μαθησιακή δυσκολία των μαθηματικών/αριθμητικής, η μαθησιακή ικανότητα είναι σημαντικά χαμηλότερη από την αναμενόμενη, με αποτέλεσμα να επηρεάζει όχι μόνο τη σχολική του επίδοση αλλά και άλλες δραστηριότητες που απαιτούν μαθηματική ικανότητα. Πιο συγκεκριμένα  τα παιδιά με δυσκολίες στα μαθηματικά, δυσκολεύονται να αναπτύξουν αριθμητική σκέψη με αποτέλεσμα να μην τα καταφέρνουν στις αριθμητικές πράξεις. Επίσης, δυσκολεύονται στη σειροθέτηση, ταξινόμηση και κατηγοριοποίηση. Έχουν αρκετά μειωμένη ικανότητα αντιστροφής και επειδή δυσκολεύονται σε έννοιες ποσοτήτων, μεγεθών και σχέσεων μέσα στο χώρο δεν έχουν καλά αποτελέσματα στο μάθημα της γεωμετρίας. Αυτά τα παιδιά, κάνουν αρκετά λάθη στις βασικές πράξεις. Κάποιες καταφέρνουν να τις κάνουν με το μυαλό, αλλά δεν μπορούν να τις γράψουν. Τις περισσότερες φορές τελειώνουν πρώτοι τις ασκήσεις τους, τις έχουν όμως λάθος. Έχουν μεγάλο πρόβλημα μνήμης και για αυτό το λόγο δεν μπορούν να μάθουν εύκολα την προπαίδεια (ιδιαίτερα την προπαίδεια του 6,του 7 και του 8.) Επίσης, αντιμετωπίζουν προβλήματα σε νοερούς αριθμητικούς υπολογισμούς, για αυτό το λόγο χρησιμοποιούν τα δάχτυλά τους για να βρουν το αποτέλεσμα. Ακόμη, υπάρχει σύγχυση των οπτικά όμοιων μαθηματικών συμβόλων π. χ '+' και '*' , '-' και '=', '<΄ και '>', στην αντίληψη της κατεύθυνσης ,ιδιαίτερα στη διάκριση αριστερού-δεξιού και τέλος η εκμάθηση της ώρας μπορεί να γίνει με καθυστέρηση.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ

        Ένας γονιός που έχει παιδί με μαθησιακές δυσκολίες, για να είναι πιο αποτελεσματικός θα πρέπει:
     Να παρατηρεί το παιδί σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του, έτσι ώστε να γνωρίζει τις ικανότητες και τις αδυναμίες του.
     Να κατανοήσει ότι τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, παρουσιάζουν συνήθως προβληματική συμπεριφορά, χωρίς να το θέλουν τα ίδια τα παιδιά.
     Να γνωρίζει ότι με το να λέει τι να κάνει το παιδί και όχι τι να μην κάνει, του δίνει το έναυσμα και το κίνητρο για δράση. Με αυτό τον τρόπο αυξάνει τις δυνατότητες και όχι τις αδυναμίες του.
     Να θέτει κάποιους κανόνες, οι οποίοι πρέπει να εφαρμόζονται με συνέπεια.
     Να θυμάται πως η σχέση του με το παιδί πολλές φορές μπορεί να περάσει από δοκιμασίες.
     Να αφιερώνει αρκετό χρόνο στο παιδί έτσι ώστε η σχέση τους να είναι ζωντανή και λειτουργική.
     Να παρέχει στο παιδί αγάπη, ασφάλεια, νέες εμπειρίες, όρια, αυτοέλεγχο, υποστήριξη, δηλαδή μια σειρά από ανάγκες που είναι απαραίτητες για την εξασφάλιση της ψυχικής του υγείας και της ομαλής του εξέλιξης
     Οι συνέπειες για την κακή του συμπεριφορά δεν θα πρέπει να απέχουν χρονικά από τη συγκεκριμένη συμπεριφορά αλλά να την ακολουθούν κάθε φορά που το παιδί ενεργεί με τον ίδιο τρόπο. Για αυτό χρειάζεται ταχύτητα και συνέπεια.
     Ακόμη, ο γονιός μπορεί είτε να παρέχει από την αρχή της ημέρας όλους τους θετικούς ενισχυτές(αμοιβές) στο παιδί, είτε το παιδί ξεκινάει την ημέρα του με μηδέν αμοιβές για να έχει την ευκαιρία να τις κερδίσει κατά τη διάρκεια της ημέρας.
     Επίσης, η καθημερινή επιβράβευση βοηθά περισσότερο από την αμοιβή που δίνεται για την επιτυχία μακροπρόθεσμων στόχων.
     Οι κοινωνικοί ενισχυτές αλλά και οι υλικές αμοιβές, είναι καλό να δίνονται στο παιδί κάθε φορά που συνεργάζεται ή σε κάποια επιτυχία του.
     Ο γονιός είναι καλό να προφυλάσσει το παιδί από καταστάσεις στις οποίες υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να εισπράξει αρνητικά σχόλια ή να δημιουργηθούν αισθήματα μειονεξίας και απόρριψης εξαιτίας της συμπεριφορά του.
     Τέλος, οι γονείς δεν θα πρέπει να κάνουν τη δουλειά του παιδιού, αλλά να το βοηθούν να οργανώνει τις προσπάθειες και τις δυνάμεις του έτσι ώστε να επιτύχει το επιθυμητό αποτέλεσμα.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΤΙΚΩΝ
        Ο εκπαιδευτικός πρέπει να στηρίζει τους μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες, έτσι ώστε η καθημερινή τους διδακτική διαδικασία είναι εύκολη και κατανοητή. Έτσι λοιπόν θα πρέπει:
     Να ενισχύει την προσοχή και τη συγκέντρωσή τους.
     Να δίνει μεγάλη έμφαση στην επικοινωνία, τη συμμετοχή και τη δημιουργικότητα.
     Να επαναλαμβάνει και να απλουστεύει τις εντολές που του δίνει.
     Οι οδηγίες να δίνονται προφορικά και όχι γραπτά ή να είναι οπτικοποιημένες.
     Να δίνεται περισσότερος χρόνος για ανάγνωση, απαντήσεις, παράδοση εργασιών και ξεκούραση.
     Να χρησιμοποιεί περιλήψεις και σημειώσεις.
     Να γίνεται προέλεγχος του αναγκαίου εξοπλισμού και του μαθησιακού υλικού.
     Υπογράμμιση βασικών σημείων που είναι χρήσιμα για τους μαθητές.
     Να έχει ενδιαφέρον αναγνωστικό υλικό και καλοσχεδιασμένα φυλλάδια εργασίας χωρίς υπερβολές για να γίνεται το μάθημα πιο ενδιαφέρον.
     Να χρησιμοποιεί σχεδιαγράμματα ,εποπτικά μέσα και οπτικά βοηθήματα.
     Να ενισχύσει τις στρατηγικές οργάνωσης και μελέτης.
     Επίσης, να χρησιμοποιεί εναλλακτικούς τρόπους καταγραφής εργασιών όπως: χρήση του υπολογιστή ,σκίτσα, μαγνητοφωνημένη παρουσίαση.
     Να δίνει έμφαση στη γραπτή έκφραση παρά στην ορθογραφική ικανότητα.
     Να τονώνει την αυτοεκτίμηση και την αυτοπεποίθησή του και να ενισχύει την πολυαισθητηριακή αντίληψη, συνδυάζοντας ακουστικά με οπτικά και κιναισθητικά ερεθίσματα.
     Να γίνεται αυτοδιόρθωση από τον μαθητή κειμένων και εργασιών με τη χρήση λεξικού, αριθμομηχανής.
     Ο δάσκαλος θα πρέπει να ενημερώνει αλλά και να συνεργάζεται με τους γονείς για να υπάρχουν και τα επιθυμητά αποτελέσματα.
     Και τέλος, θα πρέπει να υπάρχει συνεχής ενίσχυση και επιβράβευση για την επιτυχή ολοκλήρωση μιας εργασίας.
να υπάρχουν και τα επιθυμητά αποτελέσματα.
     Και τέλος, θα πρέπει να υπάρχει συνεχής ενίσχυση και επιβράβευση για την επιτυχή ολοκλήρωση μιας εργασίας.


ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΓΟΝΕΩΝ-ΕΙΔΙΚΩΝ

Σύμφωνα με κάποιες  έρευνες, οι ειδικοί κατέληξαν ότι για τους δασκάλους οι συνεργάσιμοι γονείς είναι: α) αυτοί που αφήνουν τον έλεγχο της σχέσης τους στο δάσκαλο, β)αυτοί που επιθυμούν και επιδιώκουν να ενημερώνονται σε εκπαιδευτικά θέματα μόνο όταν τους ζητηθεί και γ) αυτοί που δίνουν το προβάδισμα στο δάσκαλο σε οτιδήποτε αφορά αποφάσεις που σχετίζονται με την εκπαίδευση και τη ζωή του παιδιού στο σχολείο.
        Τέλος ,σύμφωνα με την Wolfendale(1989),σε μια προσπάθειά της να ορίσει τη συνεργασία μεταξύ γονέα και δασκάλου, υποστηρίζει ότι: “είναι μια συνεργασία που χαρακτηρίζεται από ομοψυχία ως προς το σκοπό, από αμοιβαία κατανόηση και σεβασμό και θέληση για συναίνεση και διαπραγμάτευση. Αυτό προϋποθέτει την ελεύθερη διακίνηση της πληροφορίας και της γνώσης που αφορά τις δεξιότητες, τη συμμετοχή στις ευθύνες και στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.”
 








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου